Γράφει η Αλεξία Κομποθέκρα Κακαβούλη, Φιλόλογος – Ειδική
Παιδαγωγός
Οι ενδείξεις για την παρουσία δυσλεξίας είναι
δυνατό να εμφανιστούν κατά την προσχολική ηλικία. Ωστόσο, οι δυσκολίες
συνήθως γίνονται αντιληπτές στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού Σχολείου, όπου το
παιδί καλείται να ανταποκριθεί στην εκμάθηση του μηχανισμού της ανάγνωσης και
της γραφής. Την περίοδο της «πρώτης ανάγνωσης» ο δυσλεκτικός μαθητής δυσκολεύεται
να αναγνωρίσει τα γράμματα και στις επόμενες τάξεις συνεχίζει να διαβάζει με
δυσκολία. Κάνει λάθη αντικατάστασης συλλαβών ή γραμμάτων, ιδιαίτερα εκείνων που
αντιπροσωπεύουν φθόγγους φωνολογικά συγγενικούς και δυσκολεύεται στα
συμπλέγματα των συμφώνων. Παραλείπει, προσθέτει ή αντιμεταθέτει συλλαβές, χάνει
τη σειρά στο κείμενο (ειδικά όταν τελειώνει η μια σειρά και αρχίζει η επόμενη),
τονίζει λάθος τις λέξεις και αγνοεί τα σημεία στίξης (Παντελιάδου, 2011).
Τέλος, δυσκολεύεται στην αναγνωστική κατανόηση ειδικά όταν η ανάγνωση γίνεται
από το ίδιο το παιδί. Tα συμπτώματα της δυσλεξίας, καθώς και οι συνέπειες αυτών
στη συμπεριφορά του παιδιού μπορούν να εντοπιστούν μέσα στο οικογενειακό
περιβάλλον, τη σχολική τάξη αλλά και τις παρέες των συνομηλίκων. Βέβαια, ο
τρόπος εκδήλωσης των συμπτωμάτων καθώς και η σφοδρότητά τους διαφέρουν
σημαντικά από παιδί σε παιδί γιατί επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από τις
συνθήκες του οικογενειακού και σχολικού περιβάλλοντος.
Δεδομένου ότι τα παιδιά με μαθησιακές διαταραχές,
όπως η δυσλεξία, διατρέχουν κίνδυνο να εμφανίσουν χαμηλή αυτοεκτίμηση και
αυτοεικόνα, κατάθλιψη ή άγχος που συχνά εκφράζεται ως φόβος για μια ενδεχόμενη
σχολική αποτυχία, ο ρόλος της οικογένειας και του σχολείου παίζουν καταλυτικό
ρόλο στην εξέλιξη της διαταραχής και των συνοδών προβλημάτων. Τα συναισθήματα
της μοναξιάς και του θυμού ως δευτερογενείς συνέπειες της δυσλεξίας μπορεί να
έχουν επιπρόσθετα αρνητική επίδραση στη γνωστική και στην ψυχική κατάσταση των
παιδιών. Επιπλέον, η επαναλαμβανόμενη σχολική αποτυχία είναι πιθανόν να
οδηγήσει σε παραβατική και σε αντικοινωνική συμπεριφορά με αποτέλεσμα την
ανυπακοή, τις παραβάσεις σε κανόνες (Morgan, Farka, Tufis, & Sperling,
2008) αλλά και την πρόωρη εγκατάλειψη της σχολικής φοίτησης. Γι’αυτό τα
δυσλεξικά παιδιά χρειάζεται να επαινούνται για την προσπάθεια που
καταβάλλουν και όχι μόνο για το αποτέλεσμα. Χρειάζεται να ενθαρρύνονται στους
τομείς εκείνους που έχουν ικανότητες και να νιώθουν ότι έχουν την
υποστήριξη των δασκάλων ώστε να μην αισθάνονται απομονωμένα από το
σύνολο της τάξης. Ακόμη, πρέπει να έχουν την κατανόηση των γονιών τους για
τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν και να μη συγκρίνονται οι βαθμοί τους και οι
εργασίες τους με αυτές των συμμαθητών τους ή των αδερφών τους. Τέλος,
χρειάζεται να νιώθουν ασφάλεια τόσο στο οικογενειακό όσο και στο σχολικό
περιβάλλον. Η συνεργασία και η τακτική επικοινωνία των γονέων, των θεραπευτών
και των δασκάλων είναι απαραίτητη.
Κρίνεται πολύ σημαντικό πριν και μετά τη διάγνωση να
ενημερώνονται οι γονείς ως προς τη φύση της δυσλεξίας. Oι γονείς δυσκολεύονται
να αποδεχτούν ότι το παιδί τους μπορεί να έχει κάποια μαθησιακή «αναπηρία»
ειδικά όταν αυτή δεν είναι ορατή. Πριν τη διάγνωση του παιδιού οι γονείς μπορεί
να είναι αγχωμένοι ή και θυμωμένοι με το παιδί που συνήθως έχει την ταμπέλα του
«τεμπέλη». Σε πρώτη φάση, η διάγνωση της δυσλεξίας μπορεί να λειτουργήσει
ανακουφιστικά για τους γονείς αλλά μετέπειτα έχει ως επακόλουθο δυσάρεστα
συναισθήματα: αισθάνονται υπεύθυνοι και ένοχοι, ότι έκαναν κάτι λάθος, ή
νιώθουν θυμό, άγχος, απογοήτευση και απώλεια (Karande & Kulkarni, 2009;
Karande, Kumbhare, Kulkarni, & Shah, 2009). Όπως συμβαίνει με οποιαδήποτε
άλλη απώλεια, οι γονείς θα περάσουν από συγκεκριμένα στάδια μέχρι να αποδεχτούν
τη δυσλεξία του παιδιού τους και σε αυτή τη φάση, η ενημέρωση
και η συμβουλευτική θα τους βοηθήσουν πολύ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Πληκτρολογείστε το σχόλιό σας...