Το να ζεις για χρόνια με κάποιον,
δημιουργεί παγιωμένες αντιλήψεις για το ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος, ποια
είναι τα χαρακτηριστικά του και κυρίως τι να περιμένεις από αυτόν. Αυτό
συμβαίνει και με τα παιδιά, που λίγο μετά την γέννηση τους θα αρχίσουν να χαρακτηρίζονται από τον περίγυρο ως
«ήρεμα», «γκρινιάρικα», «κοινωνικά», «σοβαρά», «χειριστικά» κ.ά. Είτε οι γονείς
έχουν μπει στην διαδικασία να αποδώσουν οι ίδιοι κάποια χαρακτηριστικά στα
παιδιά τους, είτε έχουν αποδεχθεί τα σχόλια των υπολοίπων, το εντυπωσιακό είναι
ότι τα παιδιά έχουν την τάση να ανταποκρίνονται σε αυτά τα στοιχεία, ακόμα κι
αν δεν είναι ιδιαίτερα αντιπροσωπευτικά τους.
Αν παίρναμε λίγο χρόνο να
καταγράψουμε 10 επίθετα που περιγράφουν τα παιδιά μας, θα μπορούσαμε να
διερευνήσουμε μερικά ζητήματα όπως:
-
Ποια από τα επίθετα αυτά θα μπορούσαμε να
αποδώσουμε και στον εαυτό μας;
-
Ποια επίθετα αντιτίθενται απόλυτα στις αξίες μας
π.χ. «τεμπέλης» αν εγώ είμαι πολύ δραστήριος και εργατικός;
-
Μήπως δείχνουμε εκνευρισμό όταν εκδηλώνει κάποιο
χαρακτηριστικό εξαιτίας της ενοχής μας που έχει εξελιχθεί σε τέτοιο άτομο;
-
Μήπως μοιάζουμε πολύ με αυτό ή μοιάζει σε
κάποιον άνθρωπο που δεν μπορούμε να αποδεχθούμε;
-
Μήπως είναι διαφορετικό;
-
Μήπως επιτρέπει στον εαυτό του συμπεριφορές που
εμείς απαγορεύουμε στον εαυτό μας;
-
Μήπως το κατευθύναμε ασυνείδητα να γίνει αυτό το
άτομο, επειδή θεωρούσαμε ότι έτσι είναι;
-
Μήπως το κατηγορούμε ασυναίσθητα για την
αποτυχία μας να γίνουμε οι γονείς που θα θέλαμε να είμαστε;
Η διαδικασία του χαρακτηρισμού
και του καταλογισμού στα παιδιά διαφόρων ιδιοτήτων λειτουργεί ανασταλτικά στο
να συμβάλλουμε στην εξέλιξή τους μέσα από την γονεϊκότητα. Αν προσπαθούσαμε να
μετατρέψουμε τα χαρακτηριστικά του καταλόγου μας σε φράσεις π.χ. «σοβαρός» = «δεν θα χαμογελάσει σε κάποιον με τον οποίο
δεν νιώθει άνετα», αυτομάτως δημιουργούμε νέες αντιλήψεις για τα παιδιά μας
και τα βλέπουμε με διαφορετικό τρόπο, με μια καινούρια ματιά.
Οι ιδιότητες είναι κάτι το
παγιωμένο, ενώ οι συμπεριφορές μάς επιτρέπουν να αναρωτηθούμε «πότε», «με ποιον»,
«τι έχει προηγηθεί», «τι ανάγκες» και «τι συναισθήματα» μπορεί να κρύβει αυτή η
συμπεριφορά. Έτσι, δεν έχουμε μπροστά μας ένα επιθετικό παιδί αλλά ένα παιδί
που αντιδρά επιθετικά όταν του λείπει η ουσιαστική συναισθηματική παρουσία των
γονέων και παλεύει να τους τραβήξει την προσοχή με όλους τους «λάθος» τρόπους,
κινδυνεύοντας να χαρακτηριστεί «επιθετικό». Δεν έχουμε μπροστά μας ένα
γκρινιάρικο μωρό, αλλά ένα μωρό που πονάει η κοιλιά του κάθε φορά που τρώει και
προσπαθεί να επικοινωνήσει την δυσφορία του με αυτήν την γκρίνια.
Αν, λοιπόν, αντιληφθούμε πως έχουμε
χαρακτηρίσει ποικιλοτρόπως ένα παιδί σε βαθμό που όλες αυτές οι ιδιότητες έχουν
εξελιχθεί σε αυτοεκπληρούμενες προφητείες, ας τολμήσουμε να κάνουμε ένα βήμα
πίσω και να παρατηρήσουμε τόσο το πότε το παιδί συμπεριφέρεται με αυτόν τον
τρόπο όσο και καθημερινές θετικές συμπεριφορές του. Αναμφίβολα, όλοι μας έχουμε
και την καλή και την κακή μας πλευρά, αλλά είναι η ενισχυόμενη από τον περίγυρο
μας αυτή που θα υπερισχύσει και θα αποτελεί τον κανόνα στην καθημερινότητα μας.
Ας τολμήσουμε, λοιπόν, να δούμε τα παιδιά μας… αλλιώς και ίσως γνωρίσουμε, έτσι
καλύτερα και τον ίδιο μας τον εαυτό.
Νίκη Λιώτη, Ψυχολόγος, Συστημική –
Οικογενειακή Ψυχοθεραπεύτρια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Πληκτρολογείστε το σχόλιό σας...